H παρακάτω ανάρτηση διαβάζεται έχοντας στο μυαλό σας τη μελωδία γνωστού οπαδικού συνθήματος ομάδας που φοράει ασπρόμαυρα και θα κάνετε την εξής αλλαγή στίχων
ΩΩΩ κόβε γύρο, κόβε ξανά
Βάλε σουτζουκάκια και μια πίτα στη φωτιά
Τηγάνιζε πατάτα ρε Δ****ο κοιλαρά
ΩΩΩ κόβε γύρο, κόβε ξανά
Λουκάνικα χωριάτικα μπιφτέκια γεμιστά
Μία μελιτζάνα και μια φέτα στο έφτα
H ομορφιά της ζωής φαίνεται από τα μικρά πράγματα και ο νεαρός με το απλανές βλέμμα, το σγουρό μαλλί και το τριχωτό στήθος που ξεπρόβαλε από το ξεκούμπωτο πουκάμισο που καθόταν στη γωνιά του μπαρ φαίνεται πως το γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα. Έξω η θερμοκρασία είναι στους 37 βαθμούς Κελσίου ενώ μέσα στο μαγαζί αγγίζει τους 41. Το μαγαζί είναι τόσο μικρό και με τόσο άθλιο κλιματισμό που το χειμώνα λειτουργεί και σαν θερμοκήπιο. Η ζέστη δεν είναι απωθητική για τον νεαρό που βρίσκεται ολομόναχος στο μαγαζί. Του αρκεί να έχει ένα ποτήρι Glenfiddich πάντα γεμάτο μπροστά του και δυο πακέτα τσιγάρα Marlboro. O καπνός από τα τσιγάρα τον περιτριγυρίζει σαν σύννεφο γκαντεμιάς, ξεκουμπώνει ακόμα ένα κουμπί από το πουκάμισο του φτάνοντας λίγο πιο πάνω από τον αφαλό και γνέφει στον μπαρμαν με την χαρακτηριστική του ατσουμπαλότητα. Τον έχει μάθει αυτός και φέρνει δύο σφηνάκια τεκίλα ένα για εκείνον (παρόλο που και οι δύο ξέρουν πως δεν πίνει) και ένα για την αποτυχημένη έκδοση του Γαρδέλη. Ο ένας το κατεβάζει μονορούφι και ζητάει ακόμα ένα ποτήρι Glenfiddich αναστενάζοντας βαριά.
Το φάλτσο γρατσούνισμα της κιθάρας και η μονότονη φωνή του μουσικού που έχει γίνει ένα με το μαγαζί καθώς παίζει είκοσι χρόνια κιθάρα και στο μαγαζί εμφανίζεται 22 ταξιδεύουν τον φίλο μας σε ένα κόσμο μελαγχολικό και του ξεφεύγει ένας βαρύς αναστεναγμός. Θέλει απεγνωσμένα να πάει στην τουαλέτα αλλά βαριέται να σηκωθεί. Έχει χάσει εδώ και δύο ώρες το μέτρημα στα σφηνάκια και στα ποτά και ξέρει πως πρέπει να διώξει το περιττό αλκόολ από το αίμα του χρησιμοποιώντας την κύστη του αλλιώς σύντομα θα αναγκαστεί να χρησιμοποιήσει τον οισοφάγο του. Προσπαθεί να σηκωθεί αλλά δεν τα καταφέρνει. Περίτεχνα δείχνει πως απλώς ήθελε να αλλάξει στάση στο κάθισμα. Δεν σκόπευε να γίνει ρεζίλι στα μάτια των υπόλοιπων θαμώνων και χαμογέλασε με ικανοποίηση και με έναν τεράστιο θαυμασμό για το άτομό του αγνοώντας όμως πως στο μαγαζί δεν υπήρχε κανείς άλλος πελάτης και πως ο μπάρμαν και ο μουσικός είχαν λυθεί στα γελιά. Ξαφνικά στα δεξιά του εμφανίστηκε κάποιος που ήταν μισός άνθρωπος μισός γουρούνι. Από τη μέση και κάτω άνθρωπος και από τη μέση και πάνω γουρούνι. Γεια του είπε ο φίλος μας ψάχνοντας μια αφορμή για να αναλύσει την προσποίηση του Σαμπόνις στο ματς με την Εθνική Ιταλίας. Προς μεγάλη έκπληξη το γουρούνι άνοιξε τη μουσούδα του και απάντησε γεια και αυτό και αμέσως πήρε το λόγο
-Βλέπω στην τρίχα του στήθους σου μια λάμψη. Είμαι σίγουρος πως έχει να προσφέρεις πολλά.
-Μπα δεν είναι λάμψη. Πήγα να πιω ένα σφηνάκι και αστόχησα κάπως
-Δεν ξέρεις να διακρίνεις τη λάμψη πίσω από το οινόπνευμα
-Ισως επειδή με απέλυσαν από δύο δουλειές επειδή στην μία αυτοπυρπολήθηκα και στη δεύτερη κουβαλούσα μια μπανιέρα και την έριξα κάτω
-Δεν έχεις βρει το δρόμο σου ακόμα. Όμως εγώ στα μάτια σου διακρίνω τι είσαι προορισμένος να κάνεις. Είσαι ο γυροκόφτης του ξημερώματος
-Εγώ; Πως το ξέρεις;
-Οι γυροκόφτες του ξημερώματος αναγνωρίζουν ο ένας τον άλλον από τη μπόχα. Βρίσκεται πάνω τους, στα μαλλιά τους, στα ρούχα τους σαν καμμένη μανταρινόπιτα.
-Μα δεν έχω κόψει ποτέ γύρο..
-Γυροκόφτης γεννιέσαι, δεν γίνεσαι. Άκου γύρω σου, τι ακούς;
-Τον τύπο να παίζει το είμαι γυφτάκι του Πανούση. Μετά θα παίξει Ζερβουδάκη. Έχω μάθει απέξω το πρόγραμμα τόσα χρόνια που έρχομαι εδώ
-Αφουγκράσου και άκου το γυρίσμα της γυριέρας πίσω από τις φάλτσες νότες.
-Μα δεν μπορώ
-Να πλυθείς με γύρο δοκίμασες;
-Όχι
-Πλύσου με γύρο και θα δεις.
-Μόνο αυτό πρέπει να κάνω
-Όχι δεν είναι τόσο εύκολο. Είναι δύσκολο να γίνεις γυροκόφτης του ξημερώματος. Θα σου δώσω μερικές συμβουλές. Πάρε και ένα στυλό να κρατήσεις σημειώσεις πάνω στη χαρτοπετσέτα για να μη ξεχάσεις τίποτα. Δεν είσαι τόσο έξυπνος όσο ο πολεμιστής του φωτός που άκουσε μια φορά και απομνημόνευσε 160 σελίδες. Ξεκινάω...
Ο γυροκόφτης του ξημερώματος πρέπει να είναι θρασύς και να κοιτάει το συμφέρον του. Δεν πρέπει να διστάζει να δίνει σε Μουσουλμάνους χοιρινά μπιφτέκια ούτε και στους γνωστούς του ξινισμένο λάχανο. Ο γυροκόφτης του ξημερώματος βάζει πάνω από όλα την είσπραξη. Πρέπει να παινεύεται πως βγάζει έξω τα πιάτα σε είκοσι λεπτά ακόμα και αν το κρέας είναι άψητο και να πείθει τον πελάτη πως ούτε ο Δράκουλας δεν έχει φάει πιο γρήγορα αγνό αιματάκι.
Όλοι οι δρόμοι του κόσμου οδηγούν στο γύρο και ο γυροκόφτης είναι ελεύθερος να επιλέξει τον κατάλληλο. Μπορεί να ψήσει σουβλάκια, μπιφτέκια, να κόψει σαλάτες αλλά ο γύρος είναι το παν. Τον αγαπά με τα ελαττώματα του, δεν απομακρύνει ποτέ το βλέμμα του από τα λίπη από τα καμμένα του κομμάτια. Ο γυροκόφτης πρέπει να ξεχωρίζει τον βασιλιά από τον υπήκοο.
Ένας γυροκόφτης του ξημερώματος δεν μετράει μόνο τις δικές του δυνάμεις αλλά και των γύρω του. Αν δίπλα φτιάχνουν καλύτερο σάντουιτς ο γυροκόφτης δεν διστάζει να βγει έξω από το μαγαζί. Οι συνεργάτες σχολιάζουν:<<Έφυγε πάνω σε ώρα αιχμής ενώ έχουμε να ετοιμάσουμε παραγγελίες>> αλλά αυτός πάει αμέριμνος και σκάει τα λάστιχα του δίπλα πακετά και έτσι οι δικές τους παραγγελίες αυξάνονται αμέσως. Ο γυροκόφτης γυρνάει στο μαγαζί και αποθεώνεται. Ο γυροκόφτης του ξημερώματος είναι πάντα ένα βήμα πιο μπροστά από τον παρασκευαστή.
Ο γυροκόφτης του ξημερώματος πριν κόψει το γύρο αναρωτιέται μέχρι που έχουν φτάσει οι δυνατότητες του. Δεν πρέπει να πτοείται από τέτοιες σκέψεις. Η εμπειρία του μέχρι σήμερα τον έχει διδάξει πως αλλιώς κόβεται ο ντονέρ, ο κοτόπουλο θέλει φροντίδα γιατί είναι ευαίσθητος, ενώ μπορεί να ξεσπάει στον χοιρινό που αντέχει. Έκανε πολλά λάθη και κόντεψε να χάσει ένα δάχτυλο, την καρωτίδα του. Ο γυροκόφτης δεν κάνει πότε το ίδιο λάθος. Διακινδυνεύει όμως όταν θέλει να εξυπηρετήσει γρήγορα μια ξανθιά βυζαρού.
Ένας γυροκόφτης του ξημερώματος κάνει πάντα ότι του καπνίσει. Μπορεί να βάλει αργόσυρτα Blues στα ηχεία μέχρι να διώξει όλους τους πελάτες, μπορεί να ξύσει τη μύτη του και να πιάσει την πίτα, μπορεί να ξύσει την ιδρωμένη του πλάτη με το μαχαίρι που κόβει. Δεν φοβάται να κλάψει που αντί για χτυπητή έβαλε πάπρικα ενώ χόρευε ακούγοντας Σιδηρόπουλο αλλά όταν φτάσει στα όρια της αντοχής του παρατάει το μαγαζί σύξυλο. Ένας γυροκόφτης του ξημερωματος έχει πάνω από στυλ και φινέτσα.
Από εδώ και στο εξής το σύμπαν θα συνωμοτεί για να εκπληρώσουν τον προσωπικό τους μύθο οι γυροκόφτες. Τα φαστφουντάδικα χρειάζονται ανανέωση. Ο γύρος νέο τρόπο ψησίματος. Το μπιφτέκι του θέλει το τηγάνι του και η πατάτα το μπρίκι της. Ο γυροκόφτης καταπατάει τα στερεότυπα. Έχει σύμμαχο το σύμπαν για αυτό στο από όλα βάζει μερέντα ή μαρμελάδα. Ο γυροκόφτης του ξημερώματος χαράζει νέες μόδες.
Θα έρθει και η μέρα που ο γυροκόφτης δεν θα κόβει με τον ίδιο ενθουσιασμό. Η κίνηση μπρος πίσω του δεξιού χεριού θα έχει χάσει το νόημα της. Ο γυροκόφτης έχει δύο επιλογές. Να πει τις προσευχές του για να βρει κουράγιο, να αφεθεί στον άγγελο προστάτη του, να παραμείνει συγκεντρωμένος στον αγώνα. Η δεύτερη είναι να ζητήσει από το αφεντικό να αγοράσει ηλεκτρικό πριόνι.
Ένας γυροκόφτης κάθεται γύρω από τη γυριέρα με τους συναδέλφους του. Ανταλλάζουν βαριές κουβέντες αλλά στις δύσκολες παραγγελίες είναι πάντα ενωμένοι. Όταν ο πελάτης ζητάει δέκα με γύρο, τρία με σουβλάκι, δύο μελιτζάνες, τρεις χωριάτικες, και εφτά λουκάνικα ο γυροκόφτης χώνει τους συναδέλφους στα δύσκολα και αυτός φιδιάζει. Στο τέλος της μέρας τους δίνει και συγχαρήτηρια. Ένας αληθινός γυροκοφτής του ξημερώματος φροντίζει οι συνάδελφοι του να ξεπερνάνε κατά πολύ τα όρια τους.
Θα σου έλεγα παραπάνω είπε ο μισός άνθρωπος μισός γουρούνι αλλά έχεις γερή κράση. Ο μπάρμαν έχει σκουπίσει ήδη τα ξερατά σου από τον πάγκο και εσύ αρχίζεις να συνέρχεσαι. Φεύγω και δυστυχώς είχα ετοιμάσει ένα διαγώνισμα να γράψεις αλλά δεν προλαβαίνουμε. Ίσα ίσα προφταίνω να σε μυρισω, να νιώσω την μυρωδιά ενός αληθινού γυροκόφτη. ΜΜΜΜΜΜΜΜ
Κλείσαμε φίλε είπε ο μπάρμαν που τόσα χρόνια δεν έμαθε το όνομα του πιο φανατικου του πελάτη. Που πήγε το γουρούνι; ρώτησε και ο μπαρμαν του είπε πως θα ήταν καλύτερο να μην οδήγησει. Κούμπωσε το πουκάμισο με πολλές προσπάθειες, σηκώθηκε τρεκλίζοντας αλλά πλέον ήξερε ποιος είναι ο περίεργος ήχος που άκουσε. Ήταν το γύρισμα της γυριέρας. Πλήρωσε και κράτησε λίγα ψιλά. Ήταν έτοιμος να αγοράσει Αγγελιοφόρο