Τελικά υπήρξε ένα μικρό κένο στην έτσι και αλλιώς όχι πλήρη κάλυψη του Φεστιβάλ. Για την Πέμπτη σκέφτηκα σοβαρά να παρακολουθήσω το Trip του Michael Winterbottom αλλά μιας και τα εισητήρια είχαν εξαντληθεί βαρέθηκα να μπω στη διαδικασία αναμονής στην ουρά όσων έχουν κάρτες και να τρέχω να βρω μια θέση σε μια κατάμεστη κινηματογραφική αίθουσα. Σαν να με εκδικήθηκε η μοίρα και το πρώτο συνθετικό του επίθετου του σκηνοθέτη με βρήκε όχι μόνο όσο ήμουν έξω αλλά και μέσα στις αίθουσες. Δύο ταινίες είχα να δω στην Τόνια Μαρκετάκη και οι υπεύθυνοι μας ενημέρωσαν πως δεν λειτουργεί η θέρμανση για αυτό θα ήταν λίγο κρύα εκεί μέσα. Για καλό και κακό σήμερα θα έχω και μια κουβέρτα καβάτζα γιατί ποτέ δεν ξέρεις από που θα σου έρθει. Με λίγο τουρτούρισμα, πολλή θέληση και υπομονή κατάφερα να παρακολουθήσω αρχικά
Άπνοια Σκηνοθεσία: Άρης Μπαφαλούκας
Σκηνοθετικό ντεμπούτο για τον Άρη Μπαφαλούκα και μια ταινία με πολύ καλές συστάσεις που σαφώς ήταν η πρώτη επιλογή για σήμερα. Ο τίτλος προέρχεται από την άσκηση των κολυμβητών να μένουν στο νερό για όση το δυνατόν παραπάνω ώρα χωρίς να πάρουν ανάσα. Η γαλήνη και η ηρεμία που επικρατούν στο βυθό είναι ταυτόχρονα τα χαρακτηριστικά της ταινίας που παραλληλίζει τη ζωή των πρωταγωνιστών με τη συγκεκριμένη άσκηση. Παρακολουθούμε την τραγική ιστορία αγάπης δύο αντιδιαμετρικών χαρακτήρων μέσα από περιορισμένες αναφορές στο σύγχρονο αθλητισμό και πιο συγκεκριμένα τη μάστιγα του ντόπινγκ και με σαφώς περισσότερη προσήλωση στις οικολογικές ανησυχίες και προβληματισμούς του δημιουργού της.
Έμφαση δίνεται στο δραματουργικό στοιχείο που τονίζεται έντονα με την εκπληκτική μουσική του Νίκου Κυπουργού και με τη χρήση flashback που δένουν αρμονικά με την εξέλιξη της ιστορίας που παρακολουθούμε στο παρόν. Ο Μπαφαλούκας στο ντεμπούτο του δείχνει ότι διαθέτει άφθονο ταλέντο και πως είναι σε θέση να το αξιοποιήσει ακόμα περισσότερο στο μέλλον. Με μια σαφώς πιο γρήγορη εξέλιξη και με περισσότερες σκηνές έντασης όπως η τελευταία με τον πρωταγωνιστή στο νερό όλοι θα μιλούσαμε για ένα σύγχρονο αριστούργημα. Τώρα χαρίζουμε το πιο δυνατό μας χειροκρότημα μένουμε ικανοποιημένοι και αναμένουμε την επόμενη δουλειά.
Μαζί μας ήταν ο Άρης Μπαφαλούκας που μας ενημέρωσε πως τα γυρίσματα διήρκεσαν 33 μερές και η δυσκολία που αντιμετώπισε ήταν τα γυρίσματα στο νερό που ήταν πολλά και απαιτητικά και ανήσυχε για την υγεία του πρωταγωνιστή. Η ταινία έχει ήδη βρει διανομή από τις 13 Ιανουαρίου στην Αθήνα και σύντομα θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες πόλεις της Ελλάδας. Αναφέρθηκε στο συσχετισμό των λέξεων άπνοια - αφύπνιση λέγοντας πως υπάρχουν οι συγκεκριμένες αναφορές στην ταινία του αλλά δεν θέλει να περιορίσει την κρίση των θεατών που μπορεί να την αντιλήφθηκαν διαφορετικά και πως αυτή είναι η μαγεία του κινηματογράφου. Στην ερώτηση αν θα άλλαζε κάτι απάντησε πως σε κάθε θέαση τα συναισθήματα είναι διαφορετικά αναλόγως το κοινό και κάθε φορά καταλύεται ακόμα και η υποκειμενικότητα καθώς είναι σαν τη σχέση με έναν άνθρωπο που αγαπάς που κάποιες στιγμές μπορεί να σε εκνευρίσει και να μη θέλεις να τον ξαναδείς. Η προβολή έκλεισε με την καθηγήτρια του σχολείου που γύρισε μια ταινία μικρού μήκους ο Μπαφαλούκας να τον ευχαριστεί εμφανέστατα συγκινημένη για τη σπουδαία δημιουργία που μας παρέδωσε. Επόμενη προβολή η επίσης Ελληνική
Κανένας Σκηνοθεσία: Χρήστος Νικολέρης
Παρόλο το κρύο που επικρατούσε στην αίθουσα η κατάσταση μέσα ήταν ίδια με αυτή που υπάρχει σε ένα παιδικό πάρτυ. Σχεδόν όλοι οι συντελέστες της ταινίας ήταν παρόντες και αν βάλεις τους συγγενείς και φίλους που κουβάλησαν μαζί τους εύκολα αντιλαμβάνεσαι πως ήταν σαφώς περισσότεροι από το υπόλοιπο κοινό και με συνεχείς φωνές και γέλια εκδήλωναν τη χαρά τους που βρίσκοταν στο Φεστιβάλ. Οι συντελεστές έχουν κυρίως εμπειρία από την τηλεόραση με το σκηνοθέτη να έχει γυρίσει τα Άγρια Παιδιά και το σεναριογράφο Παναγιώτη Ιωσηφέλη που είναι υπεύθυνος για αρκετά επεισόδια της Δέκατης Εντολής.
Το τελικό αποτέλεσμα προσεγγίζει την εναλλακτική τηλεόραση παρά το σύγχρονο κινηματογράφο. Προσπάθησα να βρώ κάτι θετικό να πιαστώ αλλά δεν τα κατάφερα. Είναι μια ταινία που αφορά το μέσο κάγκουρα, το μέσο μαλάκα, τη μέση πουτάνα. Φτιαγμένα αυτοκίνητα, μπινελίκια, γκόμενες που θεωρούν αυτονόητο να ντύνονται σα ξέκωλα και να τις τραβάνε βίντεο ενώ πηδιούνται οι συμμαθητές τους είναι τα υλικά που αναμειγνύονται και πρέπει να ταιριάξουν για να δώσουν θετικό αποτέλεσμα. Όταν το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου στηρίζει τέτοιου είδους προσπάθειες εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε γιατί πάμε κατά διαόλου σαν χώρα στο χώρο της έβδομης τέχνης.
Με επιείκια θα τη χαρακτήριζα διακριτικά ρατσιστική και αν ήθελα να είμαι απολύτως ειλικρινής η σωστή έκφραση θα ήταν ύπουλα ρατσιστική. Αλβανοί και Ρώσσοι που σκοτώνονται στους δρόμους με τους πρώτους να καταφεύγουν στη βία για να λύσουν τα οικογενειακά τους προβλήματα και τους δεύτερους να είναι ικανοί για οποιαδήποτε αποτρόπαια πράξη. Αχτίδα ελπίδας και στις δύο πλευρές δύο παιδιά που ο ένας γεννήθηκε στην Ελλάδα ενώ η άλλη ήρθε σε μικρή ηλικία και για αυτό είναι περισσότερο λογικοί αλλά που θα πάει κάποια στιγμή θα βγάλουν το Ρώσσο και την Αλβανίδα που κρύβουν μέσα τους.
Ερωτεύονται λοιπόν τα καλά παιδία σε μια σύγχρονη έκδοση του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας και το άγαρμπο ρομάντζο χαλάει από την υπερβολή και την έκδηλη αμηχανία της πρωταγωνιστρίας που υποκρίνεται με κινήσεις των ματιών και σπαστικές κινήσεις του κεφαλιού της. Θέλει να περάσει ένα μήνυμα στο τέλος και το κάνει με τον πιο άκυρο τρόπο. Σαν να ξεκινάς να πας Θεσσαλονική - Αθήνα να έχεις φτάσει Σουηδία να κλείνεις τα μάτια και σε ένα δευτερόλεπτι βρίσκεσαι Αθήνα. Άστο καλύτερα πάμε για άλλα.
Οι ηθοποίοι εγκωμίασαν το ευχάριστο κλίμα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων και ελπίζουν να πέρασαν και σε εμάς το ίδιο, ο σεναριογράφος δήλωσε πως ηθέλε να συνδυάσει ένα Μεσαιωνικό κείμενο με ένα αρχαίο Ελληνικό και ο σκηνοθέτης τόνισε πως δεν ήταν το θέμα οι μετανάστες αλλά η ιστορία αγάπης. Θα το δείτε στο Village αν θέλετε σύντομα.
Robert Mitchum est mort Σκηνοθεσία: Olivier Babinet, Fred Kihn
Τρία στα τρία και σήμερα καθώς ήταν πάλι μαζί μας οι δημιουργοί και επίσημα πλέον έχω χάσει το μέτρημα. Ο Kihn δεν μιλούσε Αγγλικά και το λόγο πήρε ο Babinet που χαρακτήρισε την ταινία τους μια μελαγχολική κωμωδία και μας ευχήθηκε να την απολαύσουμε.
Μια ιδιαίτερη δημιουργία είδαμε που αφορούσε το ταξίδι ενός manager και του ηθοποιού που εκπροσωπεί με προορισμό φεστιβάλ της Νορβηγίας για να γνωρίσουν καταξιωμένο σκηνοθέτη για συνεργασία με τον ηθοποιό. Το ταξίδι τους είναι περίεργο καθώς περιέχει χαρακτήρες και καταστάσεις που ξεφεύγουν από το συνηθισμένο. Το περίεργο και αυτό που μου κέντρισε το ενδιαφέρον είναι το γεγονός πως ενώ η ιστορία αγγίζει τα όρια της καφρίλας και της Αμερικανιάς με την κακή έννοια η ταινία παραμένει ήρεμη και αντιμετωπίζει με σεβασμό κάθε γραφική σκηνή που διαδραματίζεται. Σαν να σκηνοθέτησαν το Kung Fu Pow οι αδερφοί Coen ένα πράγμα.
Δεν έχει τις ξεκαρδιστικές σκηνές αλλά δεν παύει να είναι αφοπλιστικό σε ορισμένα σημεία. Η μελαγχολία και η νοσταλγία είναι διάχυτες για τους ανθρώπους που ζουν σε ένα διαφορετικό κόσμο από τον δικό μας και μάταια προσπαθούν να βρουν και αυτοί τη θέση που τους αξίζει. Ενδιαφέρον μεν τίποτα το σπουδαίο δε. Στο δεύτερο σκέλος της προβολής πληροφορηθήκαμε πως o Robert Mitchum ήταν σπουδαίος αυτοδημιούργητος Αμερικανός ηθοποιός που έκανε καριέρα σαν τραγουδιστής επίσης και πως ο τίτλος είναι συμβολικός λέγοντας με πλάγιο τρόπο πως το Αμερικάνικο όνειρο πέθανε. Απάντησαν πως δεν είναι απαισιόδοξοι για το μέλλον του κινηματογράφου αλλά στην ταινία τους αναφέρονται νοσταλγικά σε ανθρώπους είναι κολλημένοι σε άλλες εποχές και τελειώνοντας ανέφεραν πως οι χώρες που έγιναν τα γυρίσματα αποφασίστηκαν από κοινού από αυτούς και τους παραγωγούς εκτός από τη Νορβηγία που επιλέχτηκε επειδή βρήκαν από εκεί χορηγίες. Φυσικά το Φεστιβάλ που παρουσίασαν στην ταινία τους ήταν γέννημα της φαντασίας και όχι υπαρκτό.
Δύο μέρες μείνανε δηλαδή άλλες έξι ταινίες. Καλό κουράγιο και σε εσάς και σε εμένα.
Άπνοια Σκηνοθεσία: Άρης Μπαφαλούκας
Σκηνοθετικό ντεμπούτο για τον Άρη Μπαφαλούκα και μια ταινία με πολύ καλές συστάσεις που σαφώς ήταν η πρώτη επιλογή για σήμερα. Ο τίτλος προέρχεται από την άσκηση των κολυμβητών να μένουν στο νερό για όση το δυνατόν παραπάνω ώρα χωρίς να πάρουν ανάσα. Η γαλήνη και η ηρεμία που επικρατούν στο βυθό είναι ταυτόχρονα τα χαρακτηριστικά της ταινίας που παραλληλίζει τη ζωή των πρωταγωνιστών με τη συγκεκριμένη άσκηση. Παρακολουθούμε την τραγική ιστορία αγάπης δύο αντιδιαμετρικών χαρακτήρων μέσα από περιορισμένες αναφορές στο σύγχρονο αθλητισμό και πιο συγκεκριμένα τη μάστιγα του ντόπινγκ και με σαφώς περισσότερη προσήλωση στις οικολογικές ανησυχίες και προβληματισμούς του δημιουργού της.
Έμφαση δίνεται στο δραματουργικό στοιχείο που τονίζεται έντονα με την εκπληκτική μουσική του Νίκου Κυπουργού και με τη χρήση flashback που δένουν αρμονικά με την εξέλιξη της ιστορίας που παρακολουθούμε στο παρόν. Ο Μπαφαλούκας στο ντεμπούτο του δείχνει ότι διαθέτει άφθονο ταλέντο και πως είναι σε θέση να το αξιοποιήσει ακόμα περισσότερο στο μέλλον. Με μια σαφώς πιο γρήγορη εξέλιξη και με περισσότερες σκηνές έντασης όπως η τελευταία με τον πρωταγωνιστή στο νερό όλοι θα μιλούσαμε για ένα σύγχρονο αριστούργημα. Τώρα χαρίζουμε το πιο δυνατό μας χειροκρότημα μένουμε ικανοποιημένοι και αναμένουμε την επόμενη δουλειά.
Μαζί μας ήταν ο Άρης Μπαφαλούκας που μας ενημέρωσε πως τα γυρίσματα διήρκεσαν 33 μερές και η δυσκολία που αντιμετώπισε ήταν τα γυρίσματα στο νερό που ήταν πολλά και απαιτητικά και ανήσυχε για την υγεία του πρωταγωνιστή. Η ταινία έχει ήδη βρει διανομή από τις 13 Ιανουαρίου στην Αθήνα και σύντομα θα ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες πόλεις της Ελλάδας. Αναφέρθηκε στο συσχετισμό των λέξεων άπνοια - αφύπνιση λέγοντας πως υπάρχουν οι συγκεκριμένες αναφορές στην ταινία του αλλά δεν θέλει να περιορίσει την κρίση των θεατών που μπορεί να την αντιλήφθηκαν διαφορετικά και πως αυτή είναι η μαγεία του κινηματογράφου. Στην ερώτηση αν θα άλλαζε κάτι απάντησε πως σε κάθε θέαση τα συναισθήματα είναι διαφορετικά αναλόγως το κοινό και κάθε φορά καταλύεται ακόμα και η υποκειμενικότητα καθώς είναι σαν τη σχέση με έναν άνθρωπο που αγαπάς που κάποιες στιγμές μπορεί να σε εκνευρίσει και να μη θέλεις να τον ξαναδείς. Η προβολή έκλεισε με την καθηγήτρια του σχολείου που γύρισε μια ταινία μικρού μήκους ο Μπαφαλούκας να τον ευχαριστεί εμφανέστατα συγκινημένη για τη σπουδαία δημιουργία που μας παρέδωσε. Επόμενη προβολή η επίσης Ελληνική
Κανένας Σκηνοθεσία: Χρήστος Νικολέρης
Παρόλο το κρύο που επικρατούσε στην αίθουσα η κατάσταση μέσα ήταν ίδια με αυτή που υπάρχει σε ένα παιδικό πάρτυ. Σχεδόν όλοι οι συντελέστες της ταινίας ήταν παρόντες και αν βάλεις τους συγγενείς και φίλους που κουβάλησαν μαζί τους εύκολα αντιλαμβάνεσαι πως ήταν σαφώς περισσότεροι από το υπόλοιπο κοινό και με συνεχείς φωνές και γέλια εκδήλωναν τη χαρά τους που βρίσκοταν στο Φεστιβάλ. Οι συντελεστές έχουν κυρίως εμπειρία από την τηλεόραση με το σκηνοθέτη να έχει γυρίσει τα Άγρια Παιδιά και το σεναριογράφο Παναγιώτη Ιωσηφέλη που είναι υπεύθυνος για αρκετά επεισόδια της Δέκατης Εντολής.
Το τελικό αποτέλεσμα προσεγγίζει την εναλλακτική τηλεόραση παρά το σύγχρονο κινηματογράφο. Προσπάθησα να βρώ κάτι θετικό να πιαστώ αλλά δεν τα κατάφερα. Είναι μια ταινία που αφορά το μέσο κάγκουρα, το μέσο μαλάκα, τη μέση πουτάνα. Φτιαγμένα αυτοκίνητα, μπινελίκια, γκόμενες που θεωρούν αυτονόητο να ντύνονται σα ξέκωλα και να τις τραβάνε βίντεο ενώ πηδιούνται οι συμμαθητές τους είναι τα υλικά που αναμειγνύονται και πρέπει να ταιριάξουν για να δώσουν θετικό αποτέλεσμα. Όταν το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου στηρίζει τέτοιου είδους προσπάθειες εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε γιατί πάμε κατά διαόλου σαν χώρα στο χώρο της έβδομης τέχνης.
Με επιείκια θα τη χαρακτήριζα διακριτικά ρατσιστική και αν ήθελα να είμαι απολύτως ειλικρινής η σωστή έκφραση θα ήταν ύπουλα ρατσιστική. Αλβανοί και Ρώσσοι που σκοτώνονται στους δρόμους με τους πρώτους να καταφεύγουν στη βία για να λύσουν τα οικογενειακά τους προβλήματα και τους δεύτερους να είναι ικανοί για οποιαδήποτε αποτρόπαια πράξη. Αχτίδα ελπίδας και στις δύο πλευρές δύο παιδιά που ο ένας γεννήθηκε στην Ελλάδα ενώ η άλλη ήρθε σε μικρή ηλικία και για αυτό είναι περισσότερο λογικοί αλλά που θα πάει κάποια στιγμή θα βγάλουν το Ρώσσο και την Αλβανίδα που κρύβουν μέσα τους.
Ερωτεύονται λοιπόν τα καλά παιδία σε μια σύγχρονη έκδοση του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας και το άγαρμπο ρομάντζο χαλάει από την υπερβολή και την έκδηλη αμηχανία της πρωταγωνιστρίας που υποκρίνεται με κινήσεις των ματιών και σπαστικές κινήσεις του κεφαλιού της. Θέλει να περάσει ένα μήνυμα στο τέλος και το κάνει με τον πιο άκυρο τρόπο. Σαν να ξεκινάς να πας Θεσσαλονική - Αθήνα να έχεις φτάσει Σουηδία να κλείνεις τα μάτια και σε ένα δευτερόλεπτι βρίσκεσαι Αθήνα. Άστο καλύτερα πάμε για άλλα.
Οι ηθοποίοι εγκωμίασαν το ευχάριστο κλίμα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων και ελπίζουν να πέρασαν και σε εμάς το ίδιο, ο σεναριογράφος δήλωσε πως ηθέλε να συνδυάσει ένα Μεσαιωνικό κείμενο με ένα αρχαίο Ελληνικό και ο σκηνοθέτης τόνισε πως δεν ήταν το θέμα οι μετανάστες αλλά η ιστορία αγάπης. Θα το δείτε στο Village αν θέλετε σύντομα.
Robert Mitchum est mort Σκηνοθεσία: Olivier Babinet, Fred Kihn
Τρία στα τρία και σήμερα καθώς ήταν πάλι μαζί μας οι δημιουργοί και επίσημα πλέον έχω χάσει το μέτρημα. Ο Kihn δεν μιλούσε Αγγλικά και το λόγο πήρε ο Babinet που χαρακτήρισε την ταινία τους μια μελαγχολική κωμωδία και μας ευχήθηκε να την απολαύσουμε.
Μια ιδιαίτερη δημιουργία είδαμε που αφορούσε το ταξίδι ενός manager και του ηθοποιού που εκπροσωπεί με προορισμό φεστιβάλ της Νορβηγίας για να γνωρίσουν καταξιωμένο σκηνοθέτη για συνεργασία με τον ηθοποιό. Το ταξίδι τους είναι περίεργο καθώς περιέχει χαρακτήρες και καταστάσεις που ξεφεύγουν από το συνηθισμένο. Το περίεργο και αυτό που μου κέντρισε το ενδιαφέρον είναι το γεγονός πως ενώ η ιστορία αγγίζει τα όρια της καφρίλας και της Αμερικανιάς με την κακή έννοια η ταινία παραμένει ήρεμη και αντιμετωπίζει με σεβασμό κάθε γραφική σκηνή που διαδραματίζεται. Σαν να σκηνοθέτησαν το Kung Fu Pow οι αδερφοί Coen ένα πράγμα.
Δεν έχει τις ξεκαρδιστικές σκηνές αλλά δεν παύει να είναι αφοπλιστικό σε ορισμένα σημεία. Η μελαγχολία και η νοσταλγία είναι διάχυτες για τους ανθρώπους που ζουν σε ένα διαφορετικό κόσμο από τον δικό μας και μάταια προσπαθούν να βρουν και αυτοί τη θέση που τους αξίζει. Ενδιαφέρον μεν τίποτα το σπουδαίο δε. Στο δεύτερο σκέλος της προβολής πληροφορηθήκαμε πως o Robert Mitchum ήταν σπουδαίος αυτοδημιούργητος Αμερικανός ηθοποιός που έκανε καριέρα σαν τραγουδιστής επίσης και πως ο τίτλος είναι συμβολικός λέγοντας με πλάγιο τρόπο πως το Αμερικάνικο όνειρο πέθανε. Απάντησαν πως δεν είναι απαισιόδοξοι για το μέλλον του κινηματογράφου αλλά στην ταινία τους αναφέρονται νοσταλγικά σε ανθρώπους είναι κολλημένοι σε άλλες εποχές και τελειώνοντας ανέφεραν πως οι χώρες που έγιναν τα γυρίσματα αποφασίστηκαν από κοινού από αυτούς και τους παραγωγούς εκτός από τη Νορβηγία που επιλέχτηκε επειδή βρήκαν από εκεί χορηγίες. Φυσικά το Φεστιβάλ που παρουσίασαν στην ταινία τους ήταν γέννημα της φαντασίας και όχι υπαρκτό.
Δύο μέρες μείνανε δηλαδή άλλες έξι ταινίες. Καλό κουράγιο και σε εσάς και σε εμένα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου